Παρασκευή 13 Μαρτίου 2015

Αλήθειες και ψέματα για τη δραχμή

Νοέμβριος 2011, Ο Δ. Καζάκης αρθρογραφεί (ακόμα) στο ΠΟΝΤΙΚΙ και γράφει ένα από τα πιο χρήσιμα άρθρα. Ευχαριστούμε ΤΟ ΓΡΕΚΙ που μας το υπενθύμισε ...
Του Δημήτρη Καζάκη, 
Οικονομολόγου – Αναλυτή                             (από το ΕΠΑΜ Μαγνησίας)
     
Τι θα γίνει έτσι και επιστρέψου­με στη δραχμή; Προφανώς θα πέσει ο ουρανός να μας πλα­κώσει. Η Ελλάδα θα γίνει Αλβανία του Εμβέρ Χότζα, Βόρεια Κορέα του Κιμ Ιλ Σουνγκ, ή θα γυρίσουμε στη λίθινη εποχή. Ακριβώς δηλαδή όπως ήταν πριν αποκτήσουμε το ευρώ. Διό­τι, αν δεν με γελά η μνήμη μου, οι Έλ­ληνες πριν από το ευρώ κατοικούσαν στις σπηλιές και στα δέντρα, φορού­σαν δέρματα, ζεσταίνονταν με κοπρι­ές και έτρωγαν κουκουνάρια. Αφού ποιος δεχόταν τότε την ξεφτιλισμένη πληθωριστική δραχμούλα;
   
Η αλήθεια είναι ότι η ελληνική οικο­νομία επιβίωνε – με όλα τα προβλήματά της – πολύ καλύτερα εκτός ευρώ παρά με το «ισχυρό ευρώ».

Είχε διε­θνείς σχέσεις και πριν από το ευρώ, και μάλιστα καλύτερες, με περισσότε­ρες χώρες, και πιο προσοδοφόρες. Και παρά το γεγονός ότι το εθνικό νόμι­σμα, δηλαδή τη δραχμή, τη μεταχειρί­ζονταν οι κυβερνήσεις με κύριο σκοπό να διευκολυνθεί η κερδοσκοπία και να αυξηθεί η λεγόμενη ανταγωνιστικότη­τα με διαρκείς υποτιμήσεις, τα αποτε­λέσματα ήταν τα εξής:
   
 Τα εξωτερικά ελλείμματα της χώ­ρας ποτέ δεν έφτασαν στα ύψη που βρέθηκαν επί ευρώ. Μάλλον ήταν αδι­άφορη σ’ όλους όσοι εμπορεύονταν με τη χώρα η κατάσταση της δραχμούλας. Οι εξωτερικές σχέσεις της χώ­ρας ήταν σαφώς πιο εκτεταμένες και πιο πολύπλευρες απ’ ό,τι σήμερα που τρεις χώρες ελέγχουν ουσιαστικά το εξωτερικό εμπόριό της.
   
 Παρά τον πληθωρισμό και τις διαρ­κείς υποτιμήσεις, οι εξωτερικοί όροι εμπορίου της χώρας ήταν πολύ καλύ­τεροι απ’ ό,τι τη δεκαετία του ευρώ. Το ίδιο και η εσωτερική αγοραστική δύναμη της οικονομίας.
   
 Χάρη στη δραχμούλα το χρέος ήταν απολύτως διαχειρίσιμο και, παρά την εκτίναξή του επί Μητσοτάκη και Σημίτη, δεν μας οδήγησε σε χρεοκοπία. Κι ούτε θα μπορούσαμε να οδηγηθούμε στη σημερινή χρεοκοπία, όσο διατη­ρούσαμε τη δραχμή.
   
Αυτά είναι τα γεγονότα. Να θυμί­σουμε μόνο ότι από την υποτίμηση της δραχμής έναντι του δολαρίου επί Μαρκεζίνη (1954), το εθνικό νόμισμα έχασε πάνω από 10 φορές την αξία του έως ότου μπήκαμε στο ευρώ. Στη μεταπολίτευση χάρη στις τρεις επίση­μες υποτιμήσεις και την τακτική της διολίσθησης, η δραχμή έχασε το 90% της αξίας της. Καταστράφηκε η οικο­νομία; Μήπως χρεοκόπησε και δεν το γνωρίζουμε; Χάθηκαν οι καταθέσεις; Εξαφανίστηκε το νόμισμα; Κατέρρευ­σαν οι εξωτερικές οικονομικές δο­σοληψίες; Τίποτε απ’ όλα αυτά. Γιατί άραγε;
   
Επιπλέον, μήπως χρεοκόπησε ποτέ η Ελλάδα λόγω εθνικού νομίσματος; Ποτέ! Το 1893 η Ελλάδα χρεοκόπησε λόγω υπερδανεισμού σε χρυσό φρά­γκο, λόγω της ένταξης στη νομισματι­κή Λατινική Ένωση, η οποία διαφημί­στηκε και τότε ως ιδανική για φτηνά δάνεια προς το Δημόσιο. Το 1932 η Ελ­λάδα χρεοκόπησε λόγω χρυσής δραχ­μής και υπερδανεισμού σε χρυσές λί­ρες, μια και τότε ανήκε στη νομισματι­κή ένωση της χρυσής λίρας στερλίνας.
   
Δεν υπάρχει «διεθνής λύση»
   
Το ίδιο και αμέσως μετά την απε­λευθέρωση, όταν η Βρετανία επέβα­λε τη συμφωνία του Λονδίνου (1944) στην Ελλάδα, με βάση την οποία η χρυσή λίρα λειτουργούσε ως βασικό γενικό ισοδύναμο της ελληνικής οι­κονομίας. Έτσι φτάσαμε να στοιχίζει ένα καρβέλι ψωμί μερικά εκατομμύ­ρια δραχμές και ο μαυραγοριτισμός να σαρώνει. Αυτή η συμφωνία του Λονδίνου και η έκδοση κατόπιν της στρατιωτικής βρετανικής λίρας για το εσωτερικό της Ελλάδας, σηματοδότη­σε τη δεύτερη περίοδο της κατοχής, τη βρετανική κατοχή.
   
Οι παγκόσμιες κρίσεις του οικονο­μικού στερεώματος της αγοράς δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν σε διε­θνές επίπεδο. Εκτός κι αν αποζητάμε εμπόλεμες συρράξεις ανάμεσα στους ισχυρούς, με οικονομικούς ή πολιτι­κούς όρους. Μόνο έτσι ξέρει η παγκό­σμια αγορά να αναζητά διεθνείς λύ­σεις. Αυτό αποτελεί θέσφατο για όποι­ον έχει στοιχειωδώς μελετήσει τις με­γάλες περιόδους παγκόσμιας κρίσης από την εποχή της πρώτης Μεγάλης Ύφεσης του 1873-1896.
   
Η ανάγκη εθνικού νομίσματος, ει­δικά για τις πιο ασθενικές οικονομί­ες, γεννήθηκε ως αδήριτη ανάγκη αντιμετώπισης και θωράκισης των εθνικών οικονομιών από τις παγκό­σμιες κρίσεις και αναταράξεις των αγορών. Εντελώς ενδεικτικά μόνο, θα άξιζε τον κόπο να αναφέρουμε ότι ο Τζον Μέιναρτ Κέινς, που παπαγα­λίζουν ορισμένοι σύγχρονοι idiotus ignoramus με πανεπιστημιακούς τίτ­λους, όταν βρέθηκε σε μια ανάλογη παγκόσμια κρίση χρέους, τι πρότεινε; Όταν, μετά τον πρώτο παγκόσμιο πό­λεμο, όλα τα εμπόλεμα κράτη βρέθη­καν καταχρεωμένα, κυρίως προς τη μόνη χώρα - πιστωτή που είχε απο­μείνει, τις ΗΠΑ, ο Κέινς ξάφνιασε το αστικό κατεστημένο με δυο καίριες προτάσεις: Αφενός, ισχυρίστηκε ότι τα χρέη είναι αδύνατο να εξυπηρε­τηθούν και, προκειμένου να επιβά­λουν οι εξεγερμένοι λαοί τη διαγρα­φή τους, θα έπρεπε να πειστούν οι ΗΠΑ να προβούν αυτές σε διαγραφή των χρεωστικών τους απαιτήσεων. Αφετέρου, να καταργηθεί ο χρυσός κανόνας, οι σταθερές ισοτιμίες και το ιδιωτικά εκδιδόμενο χρήμα, και οι οικονομίες να μεταβούν τάχιστα σε εθνικό νόμισμα που εκδίδει το οικείο κράτος με βάση τις ανάγκες του.
   
Όταν τόλμησε να τα προτείνει αυτά για πρώτη φορά το 1920, αντιμετω­πίστηκε ως «γραφικός» και ανόητος από τους μεγάλους τραπεζίτες και χρηματιστές. Ο μεγαλοχρηματιστής Λέφινγουελ και συνεταίρος του Μόργκαν, όταν πρωτάκουσε τον Κέινς να προτείνει τόσο αιρετικές ιδέες, σχο­λίασε: «Ο Κέινς… φλερτάρει με περί­εργους θεούς και προτείνει να εγκα­ταλείψουμε για πάντα τον χρυσό κα­νόνα και να τον αντικαταστήσουμε με ένα “κατευθυνόμενο” νόμισμα… είναι καλύτερα να έχουμε κάποια σταθερά παρά να παραδώσουμε τις υποθέσεις μας στην ευφυΐα των δημοσιολογούντων οικονομολόγων και των πολιτικών…».
   
Εκεί βρισκόταν το κουμπί. Η αντικα­τάσταση του παγκόσμιου σταθερού νομίσματος με εθνικά «κατευθυνό­μενα» νομίσματα με βάση τις ανάγκες των εθνικών οικονομιών, περιόριζε δραστικά τον έλεγχο από τους μεγά­λους χρηματιστές και τραπεζίτες που λειτουργούσαν στην παγκόσμια αγο­ρά. Κι αυτό ήταν κάτι αδιανόητο. Τι θα συνέβαινε αν γινόταν κάτι τέτοιο; Οι ουρανοί θα άνοιγαν και θα κατέστρε­φαν τους ασεβείς! Μα είναι δυνατόν να λειτουργήσει η οικονομία χωρίς σταθερό νόμισμα με παγκόσμιο αντί­κρισμα; Θα εξαφανιστεί το διεθνές εμπόριο. Θα χαθούν οι αποταμιεύσεις και κανείς δεν θα θέλει να συναλλάσ­σεται με ένα πληθωριστικό εθνικό νό­μισμα, το οποίο το μόνο που θα κάνει θα είναι να υποτιμάται διαρκώς. Αυτά κι άλλα πολλά, σαν σήμερα, επικαλού­νταν όσοι θεωρούσαν τον Κέινς τρελό, γραφικό και ανόητο που προτείνει τέ­τοια πράγματα.
   
Βέβαια ο Κέινς πίστευε λανθασμένα ότι μπορεί να πείσει τις κυβερνή­σεις και κυρίως τις ΗΠΑ να το κάνουν από μόνες τους, πριν προλάβουν να τους το επιβάλουν οι λαοί. Όπως κά­ποιοι σήμερα πιστεύουν πως μπο­ρούν να πείσουν την Ε.Ε. και την ΕΚΤ να ασκήσουν άλλη πολιτική από αυτήν που ασκούν και να κρατήσουν άλλη στάση από αυτήν που κρατούν.
   
«Ισχυρό ευρώ» και πόλεμος
   
Το κλου της ιστορίας είναι ότι η κρί­ση του 1929 έφερε όλα αυτά που οι πολέμιοι του Κέινς χρέωναν ως δή­θεν αναπόφευκτες συνέπειες των προτάσεων για διαγραφή του χρέους και αποκατάσταση του εθνικού νομί­σματος. Οι λαοί εξεγέρθηκαν τελικά και οι ίδιοι που δεν ήθελαν με τίποτε να δουν να χάνονται τα χρηματιστικά κέρδη τους, έφεραν τον φασισμό και τον ναζισμό οδηγώντας τον κόσμο στο ολοκαύτωμα του Δευτέρου Παγκοσμί­ου Πολέμου.
   
Το ίδιο θα συμβεί και σήμερα, αν αφήσουμε τις ίδιες δυνάμεις της ανοι­χτής δικτατορίας του χρηματιστικού κεφαλαίου να επιμείνουν στην εξυπηρέτηση του χρέους και στην κατο­χύρωση του «ισχυρού ευρώ». Κι αυτό ήδη συμβαίνει με τον διορισμό τρα­πεζιτών επικεφαλής δοτών κυβερνή­σεων, όπως έγινε στην Ελλάδα με τον κ. Λουκά Παπαδήμο και στην Ιταλία με τον κ. Μάριο Μόντι.
   
Η επινόηση του ευρώ
   
Ορισμένοι λένε ότι μπορεί η είσο­δος στο ευρώ να ήταν λάθος, αλλά τώ­ρα που μπήκαμε η έξοδος θα ήταν κα­ταστροφή. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ανοησία από κάτι τέτοιο. Το ευρώ απο­τελεί μια χρηματοπιστωτική επινόηση που δεν βασίζεται, ούτε απηχεί την πραγματική οικονομία ακόμη και σε επίπεδο ευρωζώνης. Η σταθερότητα του ευρώ εξαρτάται όχι από την πραγ­ματική δυναμική της οικονομίας, αλλά από συγκεκριμένες αξιωματικές πολι­τικές παραδοχές, από ορισμένες υπο­θέσεις εργασίας: 1) Σταθερή νομισμα­τική κυκλοφορία, που δεν επιτρέπει την έκδοση πρόσθετου νομίσματος. 2) Χαμηλά επίπεδα χρέους και κρατικών ελλειμμάτων. 3) Συντονισμός οικονο­μικής και δημοσιονομικής πολιτικής.
   
Η οικονομία όμως δεν κινείται με βάση πολιτικές παραδοχές, και μάλι­στα αξιωματικού χαρακτήρα, αλλά με βάση την αντικειμενική κατάσταση των συναλλαγών και της παραγωγής στην πραγματική οικονομία. Κι αυτή η κατάσταση είναι πάντα κυμαινόμενη σε τέτοιον βαθμό που καμιά σταθε­ρά δεν μπορεί να λειτουργήσει. Όταν μια οικονομία είναι διαρκώς ελλειμ­ματική στο επίπεδο της παραγωγής και των συναλλαγών, όσο κι αν προ­σπαθεί είναι αδύνατο να τηρήσει τις όποιες παραδοχές και αξιώματα. Ό,τι κι αν κάνει.
   
Έτσι και με το ευρώ. Ένα νόμισμα που βασίζεται σε εξωπραγματικά αξιώματα, δεν μπορεί να διασωθεί ενισχύοντας τις υποθέσεις εργασίας πάνω στις οποίες στηρίχθηκε. Είναι αδύνατον. Όσο ενισχύονται οι αξιω­ματικές πολιτικές παραδοχές σε βά­ρος της πραγματικής κατάστασης της οικονομίας, τόσο περισσότερο θα σπέρνει τη χρεοκοπία, την καταστρο­φή και την ισοπέδωση. Σε βαθμό μά­λιστα πρωτάκουστο για τους λαούς της Ευρώπης.
   
Μέχρι εδώ το παραμύθι περί «λίθινης εποχής»
   
Επομένως η λίθινη εποχή δεν είναι ένα εν­δεχόμενο που συνδέεται με την επιστροφή σε εθνικό νόμισμα, αλλά με την ίδια την παραμονή στο ευρώ. Άλλωστε στη λίθινη εποχή ζουν ήδη οι πάνω από 1 εκατομμύριο άνεργοι της χώρας, αλλά και τα 4 εκατομμύρια εργαζόμενοι που βιώνουν μια κατάσταση όπου είτε βρίσκονται με δουλειά χωρίς μέλλον είτε με μέλλον χωρίς δου­λειά, όπως το 50% και πλέον της νέας γενιάς. Δεν συζητάμε βέβαια για την ανέχεια που έχει ενσκήψει στην πλειονότητα των ελληνικών νοι­κοκυριών. Οι συνθήκες μέσα στις οποίες ζει η μέση ελληνική οικογένεια μπορούν να συγκρι­θούν μόνο με την κατοχική και την πρώτη μετακατοχική περίοδο.
   
Κι επειδή η κατάσταση αυτή θα επιδεινωθεί σε βαθμό ανήκουστο, θα πρέπει να ρωτήσου­με πού βρίσκεται η «κόκκινη γραμμή». Πού πρέπει να φτάσουμε για να πούμε «φτάνει, ως εδώ»; Πόσοι από τους νέους μας πρέπει να με­ταναστεύσουν μαζικά γιατί δεν βρίσκουν ούτε δουλειά του ποδαριού; Πόσοι εργαζόμενοι και μικρομεσαίοι πρέπει να ζήσουν σε συνθήκες πείνας και εξαθλίωσης; Πόσοι από τους ηλικιωμένους πρέπει να πεθάνουν γιατί δεν έχουν ού­τε καν να πληρώσουν για τη θέρμανσή τους; Πό­σα άτομα με ειδικές ανάγκες πρέπει να ριχτούν στον Καιάδα γιατί καταργείται ακόμη και η πιο στοιχειώδης κοινωνική πρόνοια; Πόσοι θα πρέ­πει να αφήσουν την τελευταία τους αναπνοή σε κάποιο ράντζο ή στα χέρια των δικών τους, γιατί διαλύεται ακόμη και η πρωτοβάθμια Υγεία;
   
Είναι ή δεν είναι η λίθινη εποχή αυτή που ζουν σήμερα εκατομμύρια Έλληνες; Τι έχουν να φοβηθούν οι άνεργοι, οι κατεστραμμένοι επαγ­γελματίες και οι αφανισμένοι μικρομεσαίοι, τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά και οι εργαζόμενοι που ζουν κυριολεκτικά στο όριο; Τι έχουν να φοβηθούν όλοι αυτοί από την επιστροφή στο εθνικό νόμισμα; Μη χάσουν τις (ανύπαρκτες) καταθέσεις τους; Μην και χάσουν ακόμη κι αυ­τά τα λίγα που τους έχουν απομείνει; Μόνο ένας ανόητος ή ένα τυπικό κομματικό στέλεχος μπο­ρεί να πιστεύει στα σοβαρά σήμερα ότι δεν οδη­γούμαστε με μαθηματική βεβαιότητα σε ολο­καύτωμα ενός ολόκληρου λαού προκειμένου να διατηρηθεί μια τυχάρπαστη κερδοσκοπική επι­νόηση των τραπεζιτών: το ευρώ.
   
Νέα αρχή να επιβάλει ο ελληνικός λαός
   
Με το εθνικό νόμισμα μπορεί να γίνει μια νέα αρχή προς το συμφέρον της μεγάλης πλειονότη­τας του λαού. Αρκεί να το επιβάλει ο ίδιος και όχι οι καταχτητές του και οι ντόπιοι δωσίλογοι. Με το εθνικό νόμισμα μπορεί να κερδίσει την ελευθε­ρία του από τους δυνάστες των αγορών και να δι­εκδικήσει την κυριαρχία του σ’ αυτόν τον τόπο. Κι αυτό είναι το ζουμί της όλης υπόθεσης.
   
Μπορεί ένας λαός σαν τον ελληνικό να σταθεί στα πόδια του και να προχωρήσει με ίδιες δυνά­μεις; Ή είναι καταδικασμένος να χρειάζεται πα­τερίτσες, προστάτες και νταβατζήδες; Αυτό είναι το δίλημμα που συνδέεται πρώτα και κύρια με το ζήτημα του εθνικού νομίσματος. Η τερατολογία που συνδέεται με την επιστροφή σε εθνικό νόμι­σμα συνδέεται με την ανάγκη ο λαός να πιστέψει ότι δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα μόνος του, ότι, αν και κατοικεί σε μια από τις πιο ευλογημένες χώρες της Ευρώπης, δεν μπορεί να παραγάγει τί­ποτε, δεν έχει τα μέσα για να σταθεί όρθιος με τις δικές του δυνάμεις.
Δεν είναι καινούργια αυτή η προσπάθεια. Λίγο μετά τη ναζιστική κατοχή οι ίδιες δυνάμεις που υπηρέτησαν το καθεστώς κατοχής, πάσχιζαν να πείσουν τον Έλληνα ότι η ανεξαρτησία και η εθνι­κή κυριαρχία είναι ένας μύθος. Ο Γεώργιος Βλάχος της «Καθημερινής», συνεργάτης των γερμανικών δυνάμεων κατοχής, έγραψε το 1958 ότι το σύνθη­μα της εθνικής ανεξαρτησίας είναι «κενό ουσίας πυροτέχνημα», ενώ ο διευθυντής του γνωστού συ­γκροτήματος Χρ. Λαμπράκης, που διέπρεψε στην κατοχή, έγραφε την ίδια χρονιά πως «η ανεξαρ­τησία στον σημερινό κόσμο είναι μια ουτοπία…». Στον χορό αυτού του νεοδωσιλογισμού και ονομα­στοί διανοούμενοι της εποχής, όπως ο κ. Γ. Θεοτοκάς, ο οποίος έγραφε ότι η «ιστορική αναγκαι­ότητα» οδηγεί στο ξεπέρασμα των εθνών και στη δημιουργία υπερεθνικών σχηματισμών, γιατί μόνο έτσι μπορεί «να αξιοποιηθεί εντελώς η σύγχρονη τεχνική» και να πραγματοποιηθεί η «σταθερή εξύ­ψωση του βιοτικού και μορφωτικού επιπέδου των λαϊκών μαζών του κόσμου».
   
Αυθυπαρξία ή υποτέλεια
   
Την εποχή εκείνη, με νωπές τις μνήμες των αγώνων κατά του καταχτητή – παλιού και νέου – για τη λαϊκή και εθνική κυριαρχία, δεν περνού­σαν εύκολα οι ενδοτισμοί. Έτσι ο Ε. Παπανούτσος απαντώντας στον Θεοτοκά έγραφε: «Ομολογώ πως άμα βάζω στον νου μου πραγματοποιημέ­νο το καθεστώς που προφητεύει ο καλός φίλος με πιάνει φόβος. Μεγάλος φόβος… Ας θυμηθού­με ότι ο Χίτλερ προόριζε την Ελλάδα για τουρι­στικά ταξίδια και για καλλιέργεια της αγριόμεντας…». Πολύ σωστά ο κ. Παπανούτσος διαβλέ­πει τους κινδύνους που συνεπάγονται για την Ελ­λάδα τέτοιες «υπερεθνικές ενώσεις» και σωστά υπογραμμίζει πως η «εθνική μας προσωπικότη­τα, η πολιτική μας παράδοση, το πνεύμα και το ήθος του λαού μας… ένας μόνο σίγουρος τρόπος υπάρχει να διαφυλαχθούν: η αυθυπαρξία, το δι­καίωμα να διαθέτει κανείς τον εαυτό του όπως θέλει, να κυβερνάει αυτός το σπίτι του και όχι οι άλλοι – ας είναι και οι καλύτεροι φίλοι».
   
Αυθυπαρξία ενός λαού χωρίς οικονομική αυτο­δυναμία και εθνική ανεξαρτησία δεν μπορεί να υπάρξει κάτω από οποιοδήποτε καθεστώς. Και αφετηρία για μια τέτοια αυθυπαρξία αποτελεί η επιστροφή στο εθνικό νόμισμα.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ»

Πηγή: «Το γρέκι»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου