Τρίτη 12 Ιουνίου 2012

Πολιτικοί και επιχειρηματίες «κουρεύουν» τώρα την ενημέρωση


Όταν την Κυριακή 2 Μαΐου 2010, ο ελληνικός λαός αποσβολωμένος άκου­γε από τον τότε πρωθυ­πουργό Γιώργο Παπανδρέου τα πρώ­τα δυσβάσταχτα μέτρα που επέβαλε η τρόικα, το κύριο άρθρο της εφημε­ρίδας «Το Βήμα»,υπογεγραμμένο από τον εκδότη της, είχε τίτλο «Ανάπτυξη και πράσινα άλογα…» και αναφερόταν στα υπεράκτια αιολικά πάρκα!
Τη στιγμή, δηλαδή, που η χώρα έμπαινε στη στενωπό, τέσσερις ημέ­ρες πριν από την ψήφιση στη Βουλή του πρώτου μνημονίου και έξι ημέρες πριν από την υπογραφή της δανειακής σύμβασης, τη στιγμή που οι πολίτες περίμεναν από την τέταρτη εξουσία να αναλάβει τον πραγματικό της ρόλο, αυτόν της πολύπλευρης ενημέρωσης, του ελέγχου της κρατικής εξουσίας και της αποτύπωσης του προβληματισμού της κοινωνίας, ο κραταιός εκδότης μι­ας από τις κυρίαρχες εφημερίδες της χώρας ασχολούνταν με τα θαλάσσια αιολικά πάρκα…
Η επιλογή, βέβαια, δεν ήταν κα­θόλου τυχαία, αφού ακριβώς την πιο κρίσιμη, την πιο καθοριστική στιγμή για τη χώρα, έστελνε σαφές μήνυμα στην κυβέρνηση, διαμηνύοντας στους κυβερνητικούς παράγοντες να μη βά­λουν κανόνες στο καθεστώς χωροθέτησης και αδειοδότησης των υπεράκτιων αιολικών πάρκων γιατί κάποιοι επιχειρηματικοί όμιλοι είχαν κάνει τα κουμάντα τους…
Το μήνυμα αυτό ήταν ένα μικρό, αλλά καθαρό δείγμα ότι τα κυρίαρχα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, εκείνα που ελέγχονται από συγκεκριμένες επιχειρηματικές ομάδες, είχαν κάνει την επιλογή τους. Να οδηγήσουνσε πτώχευση την ενημέρωση, να παίξουν ανοιχτά το παιχνίδι της χειραγώγησης της ειδησεογραφίας, με αντάλλαγμα την επιβίωση της πολιτικής και επιχει­ρηματικής ελίτ που ευημερεί με φωτο­γραφικές αποφάσεις ακόμα και όταν η χώρα καταρρέει.
Τιτάνια μάχη
Έτσι, τα κυρίαρχα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης μεταλλάχθηκαν σε Μνημονιακά Μέσα Ενημέρωσης, με τους ιδιοκτήτες τους να παίζουν το παιχνί­δι των αγορών, των τραπεζών και των τροϊκανών, φιμώνοντας κάθε αντίθετη άποψη, σπέρνοντας τον τρόμο και επενδύοντας στον συλλογικό φόβο.
Γιατί το πρόβλημα με τα ΜΜΕ που επέλεξαν ανοιχτά να υποστηρίξουν τη μνημονιακή πολιτική, δεν είναι ότι πή­ραν θέση. Αυτό άλλωστε είναι αναμε­νόμενο, ξεκάθαρο, ακόμα και θεμιτό.
Το πρόβλημα είναι ότι για πρώτη φορά και στην πιο κρίσιμη εποχή για τη χώρα, δίνουν τιτάνια μάχη για να επιβάλουν τη θέση τους, αποκρύπτο­ντας συστηματικά μέρος της αλήθει­ας, προβάλλοντας συστηματικά συ­γκεκριμένα πρόσωπα, στοχοποιώντας συστηματικά συγκεκριμένες κάθε φο­ρά κοινωνικές ομάδες, απαξιώνοντας και διαστρεβλώνοντας συστηματικά κάθε αντίθετη άποψη.
Το πρόβλημα είναι ότι για πρώτη φορά σε τέτοια έκταση επέλεξαν να σταθούν απέναντι στην κοινωνία και κατ’ επέκταση απέναντι στους ανα­γνώστες τους, τους ακροατές τους και τους τηλεθεατές τους, αρνούμενα να μεταφέρουν τους προβληματισμούς και τις ανησυχίες τους.
Σκληρή γραμμή
Στη γραμμή τού «πας μη μνημονιακός βάρβαρος» κινείται, τουλάχιστον, τα τελευταία δυο χρόνια το σύνολο των κυρίαρχων τηλεοπτικών σταθμών (Mega, ΣΚΑΪ, ΝΕΤ, ΑΝΤ1, Alpha), οι περισσότεροι ραδιοφωνικοί σταθμοί
(ΣΚΑΪ, Βήμα FM, ΑΝΤ1, Flash, Ράδιο 9, δημόσια ραδιόφωνα), με εξαίρεση τον Real FM που επέλεξε να μην επεν­δύσει στη σκληρή μνημονιακή «δημο­σιογραφία», αλλά να εξισορροπήσει όλες τις απόψεις, κερδίζοντας έτσι και την πρώτη θέση στις ακροαματικότη­τες, μακράν από τον δεύτερο και τον τρίτο.
Στη σκληρή μνημονιακή γραμμή κι­νούνται και οι εφημερίδες που βρί­σκονται πίσω από τηλεοπτικούς και ραδιοφωνικούς σταθμούς των ίδιων επιχειρηματικών συμφερόντων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στην έρευ­να για τα ΜΜΕ που δημοσιεύτηκε στις 18 Μαΐου στην εφημερίδα«Παρα­σκευή και 13», οι πολίτες έχουν δια­πιστώσει πώς παίζεται το μίντιακό παι­χνίδι, αφού θεωρούν ότι μόνο τρεις εφημερίδες -«Real News», «Ποντίκι», «Πρώτο Θέμα» - είναι κριτικά κατά του μνημονίου, εάν εξαιρέσουμε τις
δύο κομματικές εφημερίδες «Ριζο­σπάστη» και «Αυγή».
Αντίστοιχα, κατατάσσουν στους υπέρμετρα υποστηρικτές του μνη­μονίου τις εφημερίδες «Νέα», «Καθημερινή», «Έθνος», «Ελ. Τύπος», τους τηλεοπτικούς σταθμούς Mega, ΣΚΑΪ, ΑΝΤ1, όπως επίσης τα ραδιόφω­να του ΣΚΑΪ, του ΑΝΤ1 και τα κρατικά.
Η τακτική που ακολουθήθηκε και ακολουθείται από τα κυρίαρχα ΜΜΕ είναι η μονοδιάστατη αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης μέσα από την προ­βολή μόνο των απόψεων του ΔΝΤ, της τρόικας και της Παγκόσμιας Τράπεζας.
Με ύφος χιλίων καρδιναλίων, προ­σπαθούν να πείσουν ότι κατέχουν το «αλάθητο του Πάπα» και όλοι οι άλ­λοι, όσοι προκρίνουν οποιαδήποτε εναλλακτική πρόταση για την έξοδο από την κρίση, είναι άσχετοι, αμόρ­φωτοι, απαίδευτοι, οπαδοί του χάους και της επιστροφής στη δραχμή.
Έτσι το σύνολο των εφημερίδων και των τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών σταθμών, και ενώ η χώρα βρίσκεται σε «πόλεμο», έβαλε την επιχειρημα­τική ατζέντα πάνω από το δημοσιο­γραφικό καθήκον, αντανακλώντας όχι τις ανησυχίες των πολιτών, αλλά των επιχειρηματικών συμφερόντων.
Όπως αποκάλυψε το «Π» τον Δε­κέμβριο του 2010, οι τροϊκανοί, γνω­ρίζοντας τις αντιδράσεις που θα προ­καλούσαν τα παράλογα και πτωχευτι­κά μέτρα, επένδυσαν στη δημιουργία μιας επικοινωνιακής γραμμής άμυνας με στόχο να υπάρχει χειρισμός ή κα­λύτερα επικοινωνιακή χειραγώγη­ση των μέτρων και των επιπτώσεών τους.
Προχώρησαν λοιπόν σε «ιδιαίτερα μαθήματα» καθίζοντας στο θρανίο συγκεκριμένους δημοσιογράφους,στελέχη τραπεζών και επιχειρήσεων, εκπροσώπους εργοδοτικών και επι­χειρηματικών ενώσεων και βέβαια συ­γκεκριμένα κυβερνητικά στελέχη, για να τους δώσουν τις κατευθύνσεις του χειρισμού των μέτρων που ήταν δεδο­μένο ότι θα προκαλούσαν χιονοστιβά­δα αντιδράσεων.
Στόχος των ιδιαίτερων αυτών μα­θημάτων ήταν να «οπλιστούν» οι λε­γεωνάριοι του μνημονίου με «επιχει­ρήματα» αλλά και να δημιουργηθεί μια άτυπη ομάδα προσώπων που θα κυριαρχούσε στα τηλεοπτικά «παρά­θυρα».
Φόβος και στοχοποίηση
Η τακτική που ακολούθησαν και ακο­λουθούν τα κυρίαρχα ΜΜΕ αποτελεί τον ορισμό της προπαγάνδας αφού συ­στηματικά επιλέγουν να κάνουν «δημο­σιογραφία» επενδύοντας στον φόβο και τη στοχοποίηση των δήθεν υπευθύ­νων για την κατάντια της χώρας.
Ο φόβος τα τελευταία χρόνια έχει διατυπωθεί με πληθώρα εκβιαστικών διλημμάτων του τύπου «μνημόνιο ή χρεοκοπία», «ελεγχόμενη χρεοκο­πία ή άτακτη χρεοκοπία», «μειώσεις μισθών ή στάση πληρωμών», «μειώ­σεις συντάξεων ή στάση πληρωμών», «διάλυση των εργασιακών σχέσεων ή ανεργία», «απολύσεις ή χρεοκοπία», «κυβέρνηση συνεργασίας ή χρεοκο­πία», «κούρεμα ή χρεοκοπία», «ξε­πούλημα δημόσιας περιουσίας ή χρε­οκοπία». Ακόμα κι όταν η πολιτική του μνημονίου απέδειξε ότι δεν απο­δίδει, έβγαλαν άλλα διλήμματα από την τσέπη, όπως «νέα μέτρα ή χρε­οκοπία» και εσχάτως τα πιο ακραία, τα πιο τρομακτικά «πιστή τήρηση του μνημονίου ή δραχμή και χάος», «πι­στή τήρηση του μνημονίου ή δραχμή και εμφύλιος»…
Τα Μνημονιακά Μέσα Ενημέρωσης επιλέγουν είτε να γίνουν ντελιβεράδες των διλημμάτων που τους έρχο­νται με σκονάκι από την τρόικα και τους εγχώριους «κουκουλοφόρους» της, είτε να τα εφευρίσκουν παίζοντας τον ρόλο των «καλών παιδιών», ποντά­ροντας στην τρομοκράτηση των πολι­τών αντί στην ψύχραιμη και σφαιρική ενημέρωσή τους.
Γιατί, ακόμα κι όταν προβάλλουν το ύστατο δίλημμα «μνημόνιο ή δραχμή και χάος», αρνούνται να ακολουθή­σουν το μίνιμουμ της δημοσιογραφι­κής αποστολής και δεοντολογίας και να ζητήσουν απόψεις και θέσεις για το τι σημαίνει μνημόνιο και το τι ση­μαίνει επιστροφή στη δραχμή. Αρ­νούνται να δώσουν τη δυνατότητα στον πολίτη να καταλάβει παρουσιά­ζοντάς του όλα τα στοιχεία και όλες τις απόψεις.
Για να υπηρετήσουν τα διλήμματα, τα Μνημονιακά Μέσα Ενημέρωσης κατέφυγαν στη γνωστή και δοκιμα­σμένη τακτική της εφεύρεσης «υπευ­θύνων» για την κρίση μέσα από τη στοχοποίηση κοινωνικών ομάδων και τη δημιουργία μιας ιδιότυπης «εμφύ­λιας» διαμάχης μεταξύ ομάδων εργα­ζομένων.
Έτσι, στην αρχή στοχοποιήθηκαν οι δημόσιοι υπάλληλοι, για να επιτευ­χθεί αντιπαράθεση με τους ιδιωτικούς υπαλλήλους. Τα Μνημονιακά Μέσα Ενημέρωσης έδωσαν ρέστα προσπα­θώντας να περάσουν την άποψη ότι οι εργαζόμενοι στον δημόσιο τομέα είναι οι μοναδικοί υπεύθυνοι για την κατάντια της χώρας αφού στο σύνολό τους είναι υψηλά αμειβόμενοι και τε­μπέληδες, σε σχέση με εκείνους του ιδιωτικού τομέα που εργάζονται για να πληρώνουν το Δημόσιο.
Η τακτική βασίστηκε σε μια πραγ­ματικότητα, τη γιγάντωση ενός γρα­φειοκρατικού και αναποτελεσματικού δημόσιου τομέα, με στόχο, όμως, όχι την ανάπτυξη πολιτικών για τον εκ­συγχρονισμό του, αλλά τη μείωση των αποδοχών και την προετοιμασία του εδάφους για την πώληση των «ασημι­κών» του κράτους.
Στη συνέχεια, στοχοποιήθηκαν οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα. Οι μέχρι πρότινος σκληρά εργαζόμενοι με μικρούς μισθούς και στυλοβάτες του αδηφάγου Δημοσίου έγιναν οι «υπεύθυνοι» για την κατακρήμνιση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας!
Τα Μνημονιακά Μέσα Ενημέρωσης συστηματικά παρουσίαζαν απόψεις περί του υψηλού κόστους εργασίας, των «ρετιρέ» των ιδιωτικών υπαλλή­λων, των απεχθών συλλογικών συμ­βάσεων εργασίας που δεν επιτρέπουν στους επιχειρηματίες να επενδύσουν… Παρουσίαζαν την εικόνα μιας χώρας που στα σύνορά της περιμένουν χιλι­άδες επενδυτές με επιταγές δισεκα­τομμυρίων στα χέρια, και οι υψηλοί μι­σθοί, το υψηλό κόστος εργασίας και η μετενέργεια τους κρατούν απέξω!
Και κάπως έτσι συνέβαλαν στη διά­λυση των μισθών και του ιδιωτικού το­μέα, στη διάλυση κάθε έννοιας εργα­σιακών σχέσεων με αξιοπρέπεια.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν και για να επιτύχουν την κατεδάφιση συνταγματικών προβλέψεων, κάθε έν­νοιας σχεδιασμού και προστασίας στο όνομα αμφιλεγόμενων επενδύσεων, που στις περισσότερες των περιπτώ­σεων αφορούσαν δικά τους επιχειρη­ματικά συμφέροντα.
Είναι χαρακτηριστική της κυρίαρχης κατευθυνόμενης δημοσιογραφίας η προβολή διαφόρων ρεπορτάζ που πα­ρουσίαζαν τον διεφθαρμένο και γρα­φειοκρατικό δημόσιο τομέα, το εκτός τόπου και χρόνου Συμβούλιο της Επι­κρατείας, να βάζουν φρένο σε επεν­δύσεις, αποκρύπτοντας βασικές παρα­μέτρους του θέματος. Για παράδειγμα, κατηγορούσαν τις δημόσιες υπηρεσί­ες και το ΣτΕ για μπλοκάρισμα επεν­δύσεων όταν ήταν γνωστό τοις πάσι ότι είχαν επιλεγεί δημόσιες δασικές εκτάσεις ή όταν ο επενδυτής παρουσί­αζε ως ιδιωτική έκταση περιουσία του Δημοσίου!
ΣΥΡΙΖΑ vs Mega
Η κόντρα ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και τον τη­λεοπτικό σταθμό Mega, αντανακλά επίσης το νοσηρό σύμπτωμα της δημοσιογραφίας του αποκλεισμού που κυριαρχεί ειδικά τα τε­λευταία δυο χρόνια.
Η μετωπική σύγκρουση ξεκίνησε όταν ο ΣΥΡΙΖΑ επέστρεψε ως απαράδεκτη την πρό­σκληση του τηλεοπτικού σταθμού για εμφά­νιση του Αλέξη Τσίπρα κατά την προεκλογική περίοδο στο δελτίο ειδήσεων, όπως ο νόμος ορίζει, επισημαίνοντας ότι «στη ζωή, αλλά και στην πολιτική, η αξιοπρέπεια έχει μεγα­λύτερη βαρύτητα και αξία από λίγα λεπτά τη­λεοπτικού χρόνου».
Ο ΣΥΡΙΖΑ έδειξε «πόρτα» υπενθυμίζοντας ότι το Μega είχε επί 1,5 χρόνο αποκλείσει τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ από κάθε ενημερω­τική και ειδησεογραφική εκπομπή του.
Αντίθετα, το ίδιο χρονικό διάστημα άλλοι πρόεδροι κομμάτων, όπως για παράδειγμα ο Γιώργος Καρατζαφέρης, είχαν μετατραπεί έως και σε συμπαρουσιαστές ενημερωτικών εκπομπών του σταθμού.
Η περίπτωση Τσίπρα και Mega είναι από τις πιο χαρακτηριστικές τού πώς ένα κυρίαρχο Μέσο Ενημέρωσης, που είναι πρώτο σε τηλεθέαση, επιλέγει να αποκλείσει έναν πρό­εδρο κόμματος επειδή δεν του αρέσουν οι απόψεις του. Επιλέγει, δηλαδή, να καταπα­τήσει μια από τις βασικές αρχές της δημοσι­ογραφίας, χωρίς καν να κρατάει τα προσχή­ματα.
Έτσι η ενημέρωση μετατρέπεται σε παιχνί­δι με σημαδεμένη τράπουλα αφού η μνημονιακή γραμμή του σταθμού υπηρετείται, συν τοις άλλοις, με τον τσαμπουκαλίδικο απο­κλεισμό όσων δεν είναι αρεστοί και όσων θε­ωρούνται περισσότερο επικίνδυνοι για ένα σύστημα που δοκιμάζεται.
Ο ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε κατά την προεκλογική περίοδο επιθετική πολιτική απέναντι στο Mega και στους ιδιοκτήτες του θέτοντας το θέμα των τηλεοπτικών αδειών αφού, όπως είναι γνωστό, οι τηλεοπτικοί σταθμοί κατέ­χουν δημόσιες συχνότητες χωρίς να έχουν αδειοδοτηθεί. Ο υπεύθυνος, μάλιστα, της Επιτροπής Επικοινωνίας του ΣΥΡΙΖΑ Βασίλης Μουλόπουλος, ο οποίος μέχρι το 2009 ήταν διευθυντής σύνταξης της εφημερίδας «Το Βήμα», αναφερόμενος στο θέμα της αδειοδότησης των τηλεοπτικών σταθμών, δήλωσε ότι «θα σπάσει το κύκλωμα της διαπλοκής στα ΜΜΕ» και αποτίμησε στο ποσό του μισού εκατομμυρίου ευρώ τις τηλεοπτικές άδειες.
Στο θέμα παρενέβη μέσω Twitter και ο Νί­κος Παππάς, προσωπικός φίλος και διευθυ­ντής του Γραφείου του Αλέξη Τσίπρα, γράφο­ντας «@nikospappas16 Εάν η διαπλοκή του Έθνους νομίζει ότι θα κάνουμε γαργάρα το θέμα τηλεοπτικών αδειών και της δεοντολο­γίας κάνει MEGAλο λάθος».
Οι επιθέσεις δεν έμειναν βέβαια αναπά­ντητες, με αρθρογραφία από το «Βήμα», τα «Νέα» και το «Έθνος».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου